Μάο τσε Μέρκελ

Μαθαίνω γερμανικά. Το επίπεδό μου βρίσκεται κάπου ανάμεσα στο καλούτσικα και στο αρκετούτσικα καλά, σίγουρα πάντως κάτι που να τελειώνει σε -ούτσικα. Μπορώ να συνεννοηθώ αρκετά καλά και να κάνω μέρος σε σχετικά απλές φιλοσοφικές συζητήσεις με πολιτικό, κοινωνικό, μουσικό ή σεξουαλικό περιεχόμενο. Οι κατηγορίες ηλικίας όμως με τις οποίες μπορώ να συζητήσω άνετα είναι τα παιδάκια από 4 έως 7 ετών και οι ηλικιωμένοι άνω των 70, οι οποίοι έχουν υποστεί τουλάχιστον ένα καρδιακό επεισόδιο· αυτό συμβαίνει καθώς τα μέλη των δύο αυτών ηλικιακών κατηγοριών μιλούν αργά, για απλά θέματα και συνήθως συγχωρούν λάθη. Αφ’ ενός όμως είναι κάπως δύσκολο να κάνεις έναν 70άρη καρδιακό να ενδιαφερθεί για κάτι που έχεις να του πεις κι αφ’ ετέρου το να μιλάς σε εξάχρονα παιδάκια θα τραβήξει το ενδιαφέρον των οργάνων τήρησης της τάξης.

Ως εκ τούτου είχα τη φαεινή ιδέα, πριν πάω φαντάρος στα 26 μου να ξοδέψω όλα τα χρήματα που έβγαλα τα προηγούμενα τριανταεπτά χρόνια (τριανταεννέα, αν υπολογίσεις τις υπερωρίες) δουλεύοντας μαύρα από ‘δώ, από ‘κεί κι από πιο κάτω. Έτσι γύρω στο Γενάρη επισκέφτηκα το DAAD, το οποίο διαβάζεται «Ντε Α Α Ντε», αλλά εκ του αποτελέσματος, ήτοι για να δεις την έκφραση όσων σε ακούν, συμφέρει να το προφέρεις «Νταάντ». Το DAAD είναι μια υπηρεσία των φίλων μας των Γερμανών που αναλαμβάνει να παίρνει φοιτητές και μαθητές από άλλες χώρες και να τους στέλνει σούμπιτους στη Γερμανία, ενώ διατείνεται ότι κάνει και το αντίθετο, πράγμα που είναι φυσικά μύθος. Η ευγενέστατη και ολιγόλογη κυρία που εργάζεται στο Νταάντ της Αθήνας (γραφεία υπάρχουν επίσης στη Θεσσαλονίκη και στο Σουφλί) μου πρότεινε τη Λειψία με έναν πολύ διακριτικό τρόπο: μου έδωσε φυλλάδια με το αναλυτικό πρόγραμμα κάθε επιπέδου, ημερομηνίες, τιμές, καθώς και το κλασικό φυλλάδιο που διαθέτει κάθε ινστιτούτο ξένων γλωσσών και έχει φωτογραφίες από μαθητές και καθηγητές γελαστούς να τη βρίσκουν πάνω από βιβλία και μπροστά σε πισιά· για τα υπόλοιπα σχετικά ινστιτούτα, μου έδωσε δυο διευθύνσεις στο ίντερνετ να ψάξω κι έτσι νομίζω πως ήταν ξεκάθαρη πως φέτος η κυρία Μέρκελ σπρώχνει Λειψία. Κάτι το οποίο δεν είναι απαραίτητα κακό, αν σκεφτείς πως από πίσω υπάρχει μια κάποιου είδους οργάνωση που κοιτάει κάθε χρόνο ποιος κλαίγεται περισσότερο για λεφτά, τηλεφωνεί στα Νταάντ όλου του κόσμου και λέει «στείλτε εκεί τα θύματα φέτος».

Έτσι λοιπόν, κάπως τυχαία, κάπως μην ξέροντας που πάν’ τα τρία, βρέθηκα στη Λειψία να κάνω μαθήματα γερμανικών στην InterDaF e.V., όπου e.V. βλέπε eingetragener Verein, δηλαδή εγγεγραμμένο σωματείο. Δεν κάνω πλάκα. Η InterDaF βρίσκεται σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Herder, το οποίο με τη σειρά του συνεργάζεται με το πανεπιστήμιο της Λειψίας. Όπερ σημαίνει πως πρόκειται για ένα φροντιστήριο της κακιάς ώρας επιπέδου PALSO, αλλά στο γερμανικό αντίστοιχο: είναι ένα κτήριο που πιάνει μισό γερμανικό οικοδομικό τετράγωνο, έχει δώδεκα ορόφους, εκατό αίθουσες, τρία ασύρματα δίκτυα, ένα φωτοτυπικό μηχάνημα, κανέναν ψύκτη, στελεχώνεται μοναχά από γυναίκες από τη βάση ως την κορυφή της πυραμίδας της ιεραρχίας και στο οποίο μαθαίνουν γερμανικά αποκλειστικά Κινέζοι. Η αναλογία των Κινέζων προς τους μη Κινέζους θεωρείται εξαιρετικά χαμηλή όταν είναι δέκα προς ένα. Υπάρχουν τάξεις που είναι η καθηγήτρια, δώδεκα Κινέζοι κι ο μαλάκας.

Μας κάνουν μάθημα δύο εξαιρετικές κυρίες της άνω μέσης ηλικίας, των οποίων η εξωτερική όψη σε συνδυασμό με την οικογενειακή κατάσταση δείχνουν ότι ακόμα κι εμείς οι ασχημούληδες έχουμε τρελές ελπίδες στην ανατολική Γερμανία. Οι μαθητές είναι απ’ όπου μπορεί να φανταστεί κανείς, κατά βάση όμως κι αν το καλοσκεφτεί κανείς οι χώρες καταγωγής τους έχουν ένα κοινό σημείο: είναι χωρισμένες στα δύο ή και στα περισσότερα και το ένα μέρος σφάζει το άλλο (ή τα άλλα), οπότε μαντέψτε από ποιο μέρος προέρχονται τα φυντάνια μας. Εκτός φυσικά από την Κίνα όπου ο καθένας δουλεύει ανάλογα με τις δυνατότητές του και τσεπώνει ανάλογα με τις ανάγκες του, κάτι που είναι εν ολίγοις η απαιτούμενη μαλακία που λέγεται περιοδικά για να περάσει η ώρα. Γενικότερα διαθέτουμε ατραξιόν όπως μια κραγμένη Μολδαβό, ένα Βραζιλιάνο με αίσθηση του χιούμορ ανεπτυγμένη αντιστρόφως ανάλογα με το ποδόσφαιρο στη χώρα του, μια Γιαπωνέζα με φωνή αρνητικών ντεσιμπέλ, που έχει σπουδάσει γερμανική φιλολογία στην Ιαπωνία, παίζει ποδόσφαιρο και θέλει να ανοίξει ζαχαροπλαστείο στη Γερμανία, έναν Σύριο με μπάκα και ροζ μάγουλα και μια στραβοχυμένη Περουβιανή σαραντακάτι ετών, που από ένα σημείο και μετά νομίζεις ότι σε διακόπτει όταν μιλάς επειδή γουστάρει να ζει στο όριο και να προκαλεί τον αγκώνα και το γόνατό σου.

Βεβαίως η άρχουσα τάξη είναι φυσικά οι Κινέζοι. Ο ανυποψίαστος καμμένος θα πρέπει να απομυθοποιήσει τις χυμώδεις Κινέζες με τα πελώρια μπούτια και τα αβυσσαλέα ντεκολτέ που βλέπει στις τσόντες, καθώς αυτές είναι ένα φετίχ τόσο σπάνιο όσο ένας τριχωτός χοντρομπαλάς με δαχτυλίδι στον αφαλό που κρέμεται από μια οικολογική λάμπα Philips δώρο του ΣΚΑΪ, κάνει κακά του και παραλλήλως τον παίρνει από το δεξί ρουθούνι. Οι Κινέζες γενικότερα μοιάζουν περισσότερο με σελιδοδείκτες παρά με τις γυναίκες που βλέπουμε στα περιοδικά. Πρόκειται για κοριτσάκια με καμπύλες σχεδιασμένες με νήμα της στάθμης, με στήθη μεγέθους αγκινάρας (καθαρισμένης φυσικά), ενίοτε με περιποιημένο μουστάκι, οι οποίες προκαλούν κίνηση στο δείκτη της ζυγαριάς μοναχά αν έχουν φορέσει παλτό Μοντγκόμερυ κι έχουν πέσει πριν σε πισίνα. Οι Κινέζοι από τη μεριά τους είναι δημιουργημένοι επειδή η φύση είχε όρεξη για πολύ, μα πολύ χοντρά αστεία. Μπαλαντζάρουν με τρομερή επιτυχία ανάμεσα στο εξαιρετικά αδιάφορο και στο εξαιρετικά ενοχλητικό, ενώ η εξωτερική τους εμφάνιση είναι η δεύτερη τραγωδία μετά την Ορέστεια που σώζεται ολόκληρη και διαθέτει ως μπόνους και το σατυρικό δράμα: π.χ. ένας παχύσαρκος με βλεφαρόπτωση που σπουδάζει γλωσσολογία και τρώει Χάριμπο κι ένας άλλος που πριν μιλήσει γερμανικά ρουφάει στιγμιαία μια μεγάλη ποσότητα αέρα προσομοιώντας ηχητικά το ram air της Kawasaki ZX10R και που έχει 9 μετρημένες διάπαρτες και με διάφορα μήκη τρίχες κάτω από τη μύτη του, τις οποίες συντηρεί προφανώς γιατί ψάχνοντας για το «μουνί» στο λεξικό έπεσε πάνω στη λέξη «μουστάκι» και οι οποίες δίνουν πολλές νέες ιδέες για βασανιστήρια. Σε γενικές γραμμές οι Κινέζοι και των δύο φύλων μιλούν ελεϊνά πολύ και πάντα στη γλώσσα τους, σίγουροι για το ότι δεν τους καταλαβαίνει κανείς, με μοναδικές εξαιρέσεις τη διάρκεια του μαθήματος και την περίπτωση που θέλουν να σε ρωτήσουν κάτι προσωπικά. Αν είσαι ένας κι έχεις βγει με δέκα Κινέζους, θεωρείται πως απλά ήθελες να μείνεις μόνος σου. Επίσης πίνουν ζεστό νερό με γρασίδι, μασουλάνε με ορθάνοιχτο στόμα, ενίοτε ρεύονται και τρώνε οτιδήποτε μπορεί να μασηθεί, κάτι αναμενόμενο αν σκεφτεί κανείς τι έχουν στο εθνικό τους διαιτολόγιο.

Μοναδική εξαίρεση που οφείλει να σημειωθεί είναι ένα εικοσιτριάχρονο πιπίνι σε συσκευασία τσιχλόφουσκας που τρώει με μαχαιροπίρουνα και κλειστό στόμα, που θέλει να σπουδάσει Ιστορία, που μιλάει γερμανικά, που γράφει ποιήματα, που παίζει τέσσερα μουσικά όργανα, που πιστεύει ότι ο υπαρκτός σοσιαλισμός είναι για τα μπάζα και που τη φτιάχνουν οι επιστήμονες.

Για να επιστρέψω στα μαθήματα, κάνουμε καθημερινά από τις 8:00 ως τις 13:15 με δύο διαλείμματα: ένα στις 9:30 διάρκειας μισής ώρας και ένα στις 11:30 διάρκειας ενός τετάρτου. Χρησιμοποιούμε το πρώτο διάλειμμα για να κοιμηθούμε, να ξυριστούμε, να πλύνουμε τα δόντια μας, να καθαρίσουμε τα αυτιά μας και γενικότερα να κάνουμε οτιδήποτε δεν προλαβαίνει να κάνει ο άνθρωπος, όταν μαζί με τον εαυτό του το πρωί έχει να ξυπνήσει και τα κοκόρια και το δεύτερο για να συζητήσουμε για τις απόψεις του Φρόυντ σχετικά με την καλλιέργεια της αγκινάρας. Κατά τη διάρκεια των διδακτικών ωρών οι καθηγήτριες μας παροτρύνουν πολύ να μιλήσουμε, να επικοινωνήσουμε και να κάνουμε εργασίες σε ομάδες, ενώ πραγματοποιούν κάθε μορφής περίπλοκους μαθηματικούς αλγορίθμους για να χωρίσουν τον κάθε Κινέζο από τους συμπατριώτες του. Μια στο τόσο έχουμε διαγώνισμα ενώ τουλάχιστον μια φορά στις δυο μέρες θα εξεταστούμε στην κατανόηση ακουστικού κειμένου από ένα μηχάνημα τρομακτικής ανατολικογερμανικής αισθητικής, που παίζει κασσέττες και σιντί και είναι ειδική παραγγελία από τη Μαλαισία, ώστε να μη διαθέτει ραδιοφωνικό δέκτη, καθότι όπως ίσως θα ξέρετε, η κρατική γερμανική τηλεόραση και το κρατικό γερμανικό ραδιόφωνο δεν πληρώνονται φασιστικά από τη ΔΕΗ, αλλά από ρουφιάνους που μπουκάρουν ξαφνικά με το έτσι θέλω σπίτι σου, όταν εσύ κάνεις κακά σου, τρως, ξύνεις τη μύτη σου ή αυνανίζεσαι, και ελέγχουν αν έχεις τηλεόραση και ραδιόφωνο. Το κάθε επίπεδο στην InterDaF δεν είναι ουσιαστικά αυτόνομο, αλλά είναι μέρος μιας μεγαλύτερης προετοιμασίας για την εισαγωγή των Κινέζων στα γερμανικά πανεπιστήμια. Διαθέτουμε τρία βιβλία τα οποία κάνουμε σχεδόν ολόκληρα και τα οποία ―να σημειωθεί― μαζί με εισιτήρια για εκδηλώσεις, θέατρα, κινηματογράφους, μπουρδέλα, μουσεία και επισκέψεις που κατά καιρούς μας πηγαίνουν συμπεριλαμβάνονται στο πληρωτέο ποσόν, ενώ σε πολλά μαγαζιά μας κάνουν έκπτωση όταν επιδεικνύουμε την κάρτα της InterDaF. Στις εξετάσεις, οι οποίες (δι)ενεργούνται μέσα στο ινστιτούτο, δικαιούμαστε να χρησιμοποιήσουμε γερμανογερμανικό λεξικό και μάλιστα, αν για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουμε, μας δανείζουν ένα από αυτά της συλλογής του ινστιτούτου.

Τα γερμανικά είναι μια και μάλλον η ευκολώτερη από όλες αυτές τις γαμάτες γλώσσες, όπου είσαι αναγκασμένος, αν θέλεις να μιλήσεις σωστά, να σκεφτείς και διαφορετικά και, όταν είσαι υποχρεωμένος να κατακερματίσεις τη σκέψη σου για να την επαναδομήσεις σύμφωνα με τους κανόνες τις γλώσσας, μπορείς άμεσα να καταλάβεις αν αυτό που πας να πεις είναι μπαρούφα ή στέκει. Είναι επίσης σαν τη μουσική, όπου ακόμη και ο πιο σκαλωμένος αυτοσχεδιασμός, ακολουθεί κανόνες και γράφεται πάνω στο πεντάγραμμο, ενώ όποιος μπορεί να ακουστεί ερωτικός μιλώντας αυτό το πράμα έχει τεράστια μα τεράστια κότσια.

Με την τελευταία παράγραφο έχω κλείσει ως τώρα γύρω στις τέσσερις εκθέσεις και παρά το γλύψιμο ακόμα να πάρω ένα βαθμό της προκοπής.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *