…Και ο καιρός περνά. Πιο γρήγορα από ποτέ. Όσο κι αν με παρηγορούν τα θαυμάσια ντοκιμαντέρ με ζώα και ειδικά ο τρόπος που γονιμοποιούνται τα κόκκινα καβούρια των Τροπικών (κι όχι τα γνωστά που ενέπνευσαν τον Τσιτσάνη), ο χρόνος μού αυθαδιάζει ανεπίτρεπτα. Το κακό είναι πως τον συναντώ πλέον παντού. Στο πρωινό ξύπνημα, στα όνειρα όπου το υποσυνείδητο αδυνατεί να κάνει διακρίσεις μεταξύ ζωντανών και πεθαμένων, στο πεισόμετρο, στις βραδινές ώρες που χάνομαι στις σελίδες των βιβλίων, στη λογιστική πεζότητα του χειμώνα που ξεφτά γρηγορότερα από το καλοκαίρι, στον οικολογικό πανικό των συνειδητοποιημένων μεσοαστών. Άγχομαι και μακάρι να υπερβάλλω με τα φαινόμενα θερμοκηπίου, ίσως γιατί τα καλοκαιρινά ρούχα και η αναζήτηση της ιωδιούχου αύρας με τον τρόπο των ποιητών της αρμύρας και της θάλασσας δεν ήταν ποτέ το φόρτε μου. Πάντοτε ήθελα παρατεταμένες γκρίζες ημέρες για να μπορώ να πεθυμώ τον ήλιο. Σκέφτομαι αν θα με προλάβουν αυτά τα αμετροεπή φαινόμενα σ’ αυτόν τον βαρετό κόσμο που απολαμβάνει σαχλαμαρίζοντας, την καταστροφή του.
του Γιάννη Ξανθούλη από την Ελευθεροτυπία, 12/01/08, σελ. 28
για όσες και όσους ακόμη διαβάζουν εφημερίδες
Kαλημέρα φίλε.
Υπάρχουν πολλοί που διαβάζουν ακόμη εφημερίδες. Αλλά γιατί τόση μαυρίλα;
Φιλιά
Χ.
Για μια γυναίκα, αγαπητέ μου.
Επίσης, Χάρη, δες και τούτο. People do not read anymore.