Σεγοντάροντας τον άνεμο, σκυμμένοι στα κουπιά.
Όλα γύρω έμοιαζαν να εναρμονίζονται με το ξύπνημα του «La Buena Ventura». Παρ’ όλο που δεν είχαμε ακόμα απομακρυνθεί απ’ την πόλη, αρχίζαμε ήδη να ζούμε σ’ έναν άλλο κόσμο, διαφορετικό απ’ αυτόν της στεριάς· έναν κόσμο ερμητικό και μυστηριώδη, κλειδωμένο για τους αργόστροφους ή τους επιπόλαιους που μπορεί να τον θεωρούν μονότονο, επιφανειακό και ξένο,