Στο νοσοκομείο
Αν παρ’ ελπίδα βρεθείτε στο νοσοκομείο, προσπαθείστε να κρύψετε τους λόγους του ατυχήματός σας ή, αν σας καταλάβουν, εκδηλώστε απεριόριστη μεταμέλεια.
Στους γιατρούς που τό ξέρουν, λέτε: «Ανάθεμα και αν το ξανακαβαλήσω! Έβαλα αγγελία να το πουλήσω όσο-όσο! Δεν με νοιάζει που έσπασα το πόδι μου! Αυτό που μέ στεναχωρεί είναι ότι απο τη βλακεία μου σάς απασχολώ και δεν μπορείτε να μιλήσετε με την ησυχία σας για τις υπερωρίες των εφημεριών. Μακριά, γιατρέ μου, αυτοί οι διάολοι, μακριά! Να, έβγαλα και κάρτα λεωφορείου απεριορίστων διαδρομών».
Στις μανάδες των άλλων τραυματιών, ψεύδεστε: «Είχα πάρει άδεια και πήγα με τη μάνα μου στο χωριό να μαζέψουμε ελιές. Είχαμε και κάτι Αλβανούς και ένας απ’ αυτούς μέ πέτυχε στο πόδι με τη βέργα και μου τό ‘σπασε». Η φράση είναι ιδανική, γιατί υποδηλώνει ότι είστε από χωριό, τραπεζικός, αγαπάτε τη μάνα σας, έχετε κτήματα με ελιές και θεωρείτε τους Αλβανούς βλάκες. Οι μανάδες εκτιμούν όλες τις ανωτέρω ιδιότητες και μπορείτε να ‘κονομήσετε συμπυκνωμένη πορτοκαλάδα ΗΒΗ στο τσάμπα.
Σε άλλους τραυματίες μοτοσικλετιστές αποκαλύπτετε ―φυσικά― την αλήθεια αλλά δηλώνετε ότι τρακάρατε επειδή «σάς έκλεισε ένα μαλάκας γιωταχής» ή «πέσατε σε λάδια». Ως γνωστόν, κανένας μτοσικλετιστής δεν τραυματίζεται από δική του υπαιτιότητα και όλοι ξέρουμε για τους εγκληματίες των υπουργείων που βάζουν μπαριέρες στην άκρη των δρόμων αντί για μπάλες σανό, όπως βλέπουμε στο παγκόσμιο.
Στο δικαστήριο
Αν σάς έχουν κόψει κλήση για κράνος, δίπλωμα, ασφάλεια, άδεια κλπ, τά παίρνετε μαζί και τα δείχνετε στο δικαστή. Τώρα το γιατί το να έχεις κράνος σε απαλλάσει από το ότι δεν φορούσες κράνος, ανήκει στη συζητήσιμη λογική των ελληνικών δικαστηρίων. Ντύνεστε καλά, αλλά μην τό παρακάνετε. Μια εμφάνιση όπως του πρεσβευτή της Τυνησίας όταν επιδίδει τα διαπιστευτήριά του στον Παπούλια, μπορεί να αποτελέσει μια πινελιά καλού γούστου, αλλά δεν θα σάς απαλλάξει από την κατηγορία ότι παραβιάσατε «απαγορευτική πινακίδα μονής κατεύθυνσης στην οδό Σόλωνος».
Ο δικαστής έχει πάντα δίκιο. Αν σας πει «μ’ αυτά τα μηχανάκια θα σκοτωθείς κάποια ώρα», πέστε αμέσως στο πάτωμα και κάντε τον νεκρό. Το ότι βγήκαν τα λόγια του αληθινά ικανοποιεί το εγώ του.
Μην επαναλαμβάνετε τον όρκο που σάς λέει ο δικαστής. Στο «Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνον την αλήθεια χωρίς φόβο και πάθος…», θα απαντάτε «…ίζομαι». Ο δικαστής λέει 50 φορές την ημέρα τον όρκο και δεν θα σάς παρεξηγήσει αν δεν ξέρετε τα λόγια.
Μην μακρυγορείτε. Λόγος όπως «Είχα φύγει πρωί στις 9· όχι, μάλλον 9 και μισή· όχι, 9 ήταν τελικά· τέλος πάντων, πρωί…» είναι ανεπίτρεπτος.
Στην κλήση για απολογία, απαντήστε με το αλάθητο. Να λέτε μόνο: «Δεν το είδα», έστω κι αν η κλήση είναι για κράνος!
Στο βενζινάδικο
Όλοι οι βενζινάδες είναι βαρώνοι που ξέπεσαν. Τούς έχει μείνει λοιπόν η συνήθεια να μην συναλλάσονται σε κέρματα. Στο βενζινάδικο πρέπει να υπολογίσεις πόση ακριβώς βενζίνη παίρνει το τεπόζιτο και να ζητήσεις την ποσότητα υπολογισμένη σε κατοστάρικα*. Αν κάνετε λάθος, τα αποτελέσματα είναι επώδυνα.
Το τραίνο σταματάει, ο βενζινάς ΠΟΤΕ. Αν πείτε λοιπόν «βάλε 700» και το τεπόζιτο παίρνει 630, θα έχετε 630 στο τεπόζιτο και 70 στα αρχίδια σας. Πάρτε αμέσως το μπουγέλο με το νερό για τα τζάμια και αδειάστε το στο παντελόνι σας. Αν έχετε ιδιαίτερα ευαίσθητα γεννητικά όργανα, πάρτε το σφουγγάρι και τριφτείτε προσεκτικά. Μετά ξεβγάζετε με το νερό για το πλύσιμο των αυτοκινήτων και στεγνώνετε με τον αέρα για το φούσκωμα των ελαστικών. Για τις μοτοσικλετίστριες δεν ξέρω ακριβώς, αλλά υποθέτω κάτι αντίστοιχο, με τη δέουσα πάντα προσοχή.
Ο βενζινάς αρέσκεται στα μεγάλα νούμερα και σιχαίνεται τα παπιά. Αν είναι διανυκτερεύον βενζινάδικο και πάτε με παπί, μια αρχοντική φράση για να σάς σεβαστεί και να τόν σηκώσετε από την θέση του είναι: «Βάλε εκατό στο παπί και ρίξε και 900 στο βόθρο». Εντυπωσιάζει πάντα.
Ο τελευταίος βενζινάς που φούσκωνε λάστιχα μοτοσικλέτας πέθανε πριν από 45 χρόνια. Μπορείτε όμως να ζητάτε να σάς καθαρίζουν την ζελατίνα του κράνους.
*Οι τιμές παραμένουν στο νόμισμα της δραχμής, καθώς εντείνουν την απολαυστικότητα του κειμένου. 🙂