Στην ελληνική πραγματικότητα (έξω οι ξένοι!) τα νέα “ορεξάτα” παιδάκια ονειρεύονται R1, CBR, Ninja και λοιπές υστερικές γιαπωνέζικες μοτοσυκλέτες χωρίς να έχουν την ικανότητα ή ακόμα και την όρεξη να τις φέρουν στα μισά των δυνατοτήτων τους, αρεσκόμενοι να τις στιβάζουν έξω από τις καφετέριες το καλοκαίρι.
Πριν από δύο μέρες είχα την ευκαιρία να οδηγήσω για μια μέρα το δικό μου όνειρο, που στην ιπποδύναμη μοναχά είναι εφάμιλλο με τις παραπάνω υλοποιήσεις, ενώ σε όλα τα υπόλοιπα διαφέρει. Πρόκειται για την BMW K1200R, μια γυμνή μοτοσυκλέτα βόλτας με τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα και άξονα για τη μετάδοση. Οι πιασάρικοι αριθμοί είναι στα κυβικά (1.157cc), στο βάρος (237kg στεγνή) και στην ιπποδύναμη (163hp/10.250rpm), αλλά όπως συμβαίνει με κάθε δίτροχη ευρωπαϊκή υλοποίηση η μαγεία είναι αλλού.
Αυτή η μοτοσυκλέτα φαίνεται και είναι τεράστια! Έχει 1,58 μέτρα μεταξόνιο και οι ασημένιες πινελιές υπάρχουν μόνο για να σπάνε τη μαυρίλα που είναι πάρα πολλή. Το βράδυ χρειάζεσαι ένα δευτερόλεπτο παραπάνω για να την μετρήσεις με το μάτι σου στο σκοτάδι, αλλά η σιλουέτα της είναι κάτι παραπάνω από επιβλητική στο φως της μέρας (παρόλο που την ημέρα είναι προτιμότερο να μην το οδηγήσετε αν ζείτε σε πόλη). Αν η εικόνα είναι χίλιες λέξεις, ο ήχος της Κ αφήνει οτιδήποτε άλλο άφωνο από το δέος: το υπόκωφο μουγκρητό του ρελαντί δίνει τη θέση του σε έναν βαθύ και δυνατό βρυχηθμό όσο οι στροφές ανεβαίνουν. Θόρυβος από κιβώτιο ή άξονα μηδέν! Νιώθεις άβουλος μπροστά του και το μόνο που θέλεις είναι να το κοιτάζεις, γι’ αυτό το αφήνεις να σε προσπεράσει.
Όχι ότι χρειάζεται να το αφήσεις. To K1200R είναι ασύλληπτα γρήγορο! Είμαι της άποψης πως η δύναμη φαίνεται στην επιτάχυνση και όχι στην τελική, γι’ αυτό και δίνω σημασία στη ροπή και όχι στην ιπποδύναμη. 12,95kgm/8.250rpm είναι υπεραρκετά για να πάρουν το Κ από τα διόδια της Ελευσίνας και να το εκτοξεύσουν σε αυτά της Κορίνθου πριν προλάβεις να πεις “μπε-εμ-βε”! Βρέθηκα πολύ συχνά να οδηγώ με 200km/h και να μην έχω καταλάβει τίποτα, καθότι η προστασία από τον αέρα είναι απρόσμενα επαρκής μέχρι αυτά τα νούμερα (βέβαια η συγκεκριμένη είχε και μια μικρή ζελατίνα). Λόγω μήκους και αναρτήσεων και επίσης λόγω άξονα που περνάει τη δύναμη ομαλά στο δρόμο, δεν ελαφραίνει τον μπροστινό τροχό ούτε για αστείο, οπότε καγκουριλίκια (που έτσι κι αλλιώς δεν κατέχω) απορρίπτονται.
Η μοτοσυκλέτα αυτή αισθάνεται στο στοιχείο της στις ανοιχτές καμπές με όση κλίση βάλει ο νους σας και τα όρια τίθενται μοναχά απ’ την ποιότητα της ασφάλτου. Στον ανοιχτό επαρχιακό δρόμο δεν θα σάς αρνηθεί και τίποτα, αλλά θα το κάνει με τη γνωστή γερμανική απάθεια. Για να την πείσεις χρειάζεται πίεση στο τιμόνι λίγο πριν τη στροφή και όχι την τελευταία στιγμή, καθότι η γεωμετρία της δεν είναι και πολύ γρήγορη. Κατά τη διάρκεια όμως της στροφής μπορείς να τσεκάρεις ότι τα φερμουάρ σου είναι κλειστά, να στρίψεις τσιγάρο ή να ξύσεις εκείνο το δυσπρόσιτο μέρος στην πλάτη που σε ενοχλεί από το πρωί: όσο κρατάς τα μάτια σου κλειδωμένα στο στόχο, η BMW θα μένει βιδωμένη στην άσφαλτο ακολουθώντας το βλέμμα σου.
Τα φρένα είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να νευριάσει το Βαυαρό: τσιμπάς τη δεξιά μανέτα και απλά κόβει, πας να πατήσεις λίγο παραπάνω και το Κ γονατίζει στη στιγμή χωρίς προειδοποίηση. Ευτυχώς το ABS φροντίζει να τον ηρεμήσει με ένα γλυκό ηλεκτρονικό χάδι χωρίς να σε κουράζει και μερικές φορές χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Μπορείς να πεις ότι, σε σύγκριση με τις κλασικές μοτοσυκλέτες, η πληροφόρηση από το μπροστινό είναι ελλιπής, αλλά στην πορεία καταλαβαίνεις την υπεροχή της BMW. Χωρίς να έχω πιάσει ακριβώς πώς λειτουργεί η πιρουνοκατάσταση, αυτό που μπορώ να πω είναι πως κρατά τη μοτοσυκλέτα σχετικά απομονωμένη από το δρόμο, αλλά μετά από λίγη ώρα μαθαίνεις να διαβάζεις την άσφαλτο όχι με τις δονήσεις που μεταδίδονται στο σώμα σου αλλά με τα γκλιν-γκλον του Duolever.
Οδηγώντας με μία σχέση πάνω θα φτάσεις όσο μακριά δεν φαντάζεσαι. Το K1200R σού δίνει την εντύπωση πως σε χρειάζεται μόνο για να στρίβεις τη γκαζιέρα, να πιέζεις το τιμόνι και να πληρώνεις τη βενζίνη του· τα υπόλοιπα τα κάνει και μόνο του. Μετά από 496km εγώ κατέβηκα σχετικά πιασμένος (άμαθος γαρ) ενώ το Κ απλά ακούμπησε στο σταντ του, όπως ακριβώς ήταν πριν λίγους μήνες μέσα στη βιτρίνα του.